Από το τρίπτυχο της έκθεσης «ΧΡΥΣΟΘΕΜΙΣ 1988»
–
Ο σωστός συνδυασμός μορφής και περιεχομένου, ουσία κάθε τέχνης, παίζει, πιστεύω καθοριστικό ρόλο και στη σημερινή ζωγραφική. Προσωπικά προσέχω κατ’αρχήν το περιεχόμενο. Μ’αυτό δεν εννοώ μόνο τη θεματολογία, αλλά την ουσία δηλ. αυτό που κρύβεται πίσω από την επιφάνεια. Η μορφή βγαίνει ταυτόχρονα μόνη της, ενστικτώδικα στην αρχή, με τη δουλειά, την πολλή και συνεχή δουλειά μετά. Κατακτώντας τα υλικά μου σιγά σιγά. Εκείνο που με προβληματίζει στη σύγχρονη τέχνη είναι η άρνηση παραστατικής ζωγραφικής, το αφηρημένο…Δεν είμαι από θέση ενάντια στην αφαίρεση. Αλλά σέβομαι τον καλλιτέχνη που φτάνει εκεί, μετά από επίμοχθη και οδυνηρή πορεία. Και τότε απλοποιεί, αφαιρεί, κρατά το ουσιαστικό.
Ζωγραφίζω τοπία. Τοπία της πόλης. Δεν με ενδιαφέρει τόσο το «κλασσικό», όσο το τοπίο μέσα στο οποίο ζούμε. Τα σπίτια, οι πολυκατοικίες, τα εργοστάσια, οι σταθμοί, τα ναυπηγεία. Τοπία που ασφυκτιούν, που σε πνίγουν στο τσιμέντο, ή σπίτια που χάνονται πια. Βασικό και συμβολικό ρόλο στη δουλειά μου παίζουν οι κεραίες της τηλεόρασης, οι κολώνες, τα καλώδια. Κυριαρχώντας στους χώρους που ζούμε, αλλά περισσότερο ακόμα στο ίδιο μας το μυαλό, εντείνουν μέσα μου την αίσθηση της απομόνωσης του σημερινού ανθρώπου.
Τα χρώματά μου αντανακλούν, νομίζω, την ατμόσφαιρα των τοπίων μας. Τη γκριζάδα της πολυκατοικίας και του τσιμέντου. Το μουντό και υποτονικό περιβάλλον μας. Όπου και να κοιτάξουμε γύρω το «χρώμα», η αισθητική έχει χαθεί. Πού και πού μια κηλίδα θερμό χρώμα σπάει την γενική ουδετερότητα, όπως μια στιγμή ευτυχίας ομορφαίνει τη μονότονη ζωή της πόλης.
Ο άνθρωπος μπορεί να μην έχει άμεση παρουσία στα έργα της τωρινής μου δουλειάς. «Βρίσκεται» όμως πίσω ή μέσα στα σπίτια και στα εργοστάσια. «Υπάρχει» γενικότερα στα τοπία μου, άλλοτε σα θύμα και άλλοτε σα θύτης.
Μεγάλοι Δάσκαλοι της Ζωγραφικής, Έλληνες και Ξένοι, και κύρια οι κυβιστές μ’έχουν επηρεάσει σημαντικά. Ξέρω όμως ότι βρίσκομαι ακόμη στην αρχή και έχω πολύ δρόμο μπροστά μου.
–
N.OI. 1988
Από τον κατάλογο της έκθεσης «ΑΓΚΑΘΙ 1999»
–
Πρώτες στάσεις σε τοπία- «τοπία» πόλης
-σπίτια, σταθμοί, παλιά εργοστάσια-
Δρόμοι της Αθήνας
Η μοναξιά της πολυκατοικίας.
Ασφυκτικά τοπία μιας πόλης που αργοσβήνει.
Απουσία ανθρώπων.
Μετέπειτα στάσεις στα αντικείμενα των ανθρώπων
Χωρίς αυτούς πάλι –
Εσωτερικοί χώροι – οικείοι σε όλους…
Ώσπου…αυτή η στάση, «σταματά» στον άνθρωπο.
Την σημερινή του φιγούρα
Μια κατακερματισμένη παρουσία.
Την «κομματιασμένη» του ψυχή που πολλά ζητά
και λίγα βρίσκει…
Άνθρωποι που ψάχνουν το «πρόσωπό» τους.
Μοναχικές φιγούρες χαμένες στο εγώ τους.
Ένας ολόκληρος κόσμος σε αδιέξοδες σχέσεις.
Άνδρες και γυναίκες που δεν διασταυρώνουν
oύτε το βλέμμα τους.
Θυμωμένοι άνθρωποι σε «θυμωμένες» πόλεις.
Η ανθρώπινη ταλαιπωρία στο τέλος του αιώνα…
Υ.Γ. και μη με πείτε απαισιόδοξο…
ΕΙΜΑΙ.
–
N. OI. Αθήνα, Μάρτης 1999
Από τον κατάλογο της έκθεσης «SELINI 2000»
–
Όνειρα
Εσωτερικά ταξίδια
Προσωπικές μυθολογίες
Στην αρχή του 21ου αιώνα
περιπλανιόμαστε ταλαιπωρημένοι
και ανήμποροι
να συν-βιώσουμε.
Ονειρευόμαστε πάντα ,αλλά πως
να τα πραγματοποιήσεις τούτα
τα όνειρα
πώς να «ταξιδέψεις»
πώς να νιώσεις ελεύθερος σε μια εποχή
όπου πολλών ειδών εξουσίες
σε πολιορκούν και σε αστυνομεύουν;
Ακόμα και οι σχέσεις, οι πιο
κοντινές, σκληραίνουν και
σκληραίνουν επικίνδυνα.
Όμως, τα όνειρα επιμένουν και
η διάθεση για αντίσταση υπάρχει
παρά τις αντιφάσεις μας, παρά
την μοναξιά μας
η διάθεση για αντίσταση
υπάρχει
–
N.OI. 2000
Από το τετράπτυχο της έκθεσης «BRISTOL 2001»
–
29 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ
Καθώς ο νέος αιώνας κάνει σιγά-σιγά τα πρώτα του βήματα, θυμούμαι με νοσταλγία τον περασμένο, τον 20ο.
Αιώνας έντονος με ραγδαίες εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης δραστηριότητας και πολύ παραγωγικός στην τέχνη.
Τον απόηχό του ακόμα τον ζούμε…
Τα κινήματα της τέχνης διαδέχονταν το ένα το άλλο – ζυμώσεις – αντιπαραθέσεις και πάνω απ’ όλα ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. Στη ζωγραφική ο Pablo Picasso δεσπόζει και κυριαρχεί, σχεδόν ως το 1970.
Δυστυχώς αυτό δεν συνεχίστηκε στις επόμενες δεκαετίες. Τα πράγματα μπερδεύτηκαν. Τώρα πια έχουμε μια ισοπέδωση της εικόνας, μέσα από τα ΜΜΕ που κυριαρχούν. Χάος και κομφούζιο.
Η τέχνη γενικά ψάχνεται. Νέες τεχνολογίες εισέρχονται στο χώρο και συγχέουν την τέχνη με την ευρεσιτεχνία.
29 χρόνια ΠΡΙΝ ήρθα στο Μπρίστολ. ΄Εμεινα δύο περίπου χρόνια, σπουδάζοντας Ζωγραφική στο Filton Technical College.
Η περίοδος αυτή ,1972-73, που πέρασα εδώ, ήταν μια από τις καλύτερες της μέχρι σήμερα ζωής μου.
Σπουδές, γνωριμία με τη ζωή της Αγγλίας – αρκετά διαφορετική από την τότε ζωή στην Ελλάδα. Θετικές εντυπώσεις από το Μπρίστολ, την πόλη, την Σχολή, τους καθηγητές μου. Γνώσεις που απέκτησα χάρις σ’αυτούς…
Ακόμη και σήμερα θυμούμαι με αγάπη τα καλά λόγια και τις παραινέσεις του Pat Farrell, του Marvin Payne, του Colin
Burgess…
Εδώ δημιούργησα τότε, μερικά από τα πιο ωραία έργα εκείνης της περιόδου της ζωγραφικής μου. Τέσσερα από αυτά (μεγάλων διαστάσεων) είχαν μείνει κρεμασμένα στο Filton ως το 1992, οπότε και «επέστρεψαν» στην Ελλάδα.
29 χρόνια ΜΕΤΑ γυρίζω πίσω με όλη την εμπειρία της ζωής αυτών των ετών. Και είναι μεγάλη η χαρά μου, που κάνω μια έκθεση στο Μπρίστολ. Τα έργα αυτά που θα δείτε (και κάποια ήδη βλέπετε σ’αυτόν τον κατάλογο) έγιναν ειδικά γι’αυτήν την έκθεση. Είναι ένας συγκερασμός στοιχείων της τότε εργασίας μου με σημερινές μου αντιλήψεις.
Συνδυασμός τοπίων του Μπρίστολ με τοπία από ελληνικά νησιά. Μορφές της ελληνικής μυθολογίας σε σύγχρονα έργα.
Τέλος, ευχαριστώ θερμά τον Des Baker, που τόσο βοήθησε στην οργάνωση αυτής της έκθεσης στην πόλη που αγάπησα, καθώς και την Art Garden Gallery για την φιλοξενία.
–
Ν.ΟΙ. Ιούλιος 2001
Συμμετοχή στο βιβλίο «ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΑΝΤΡΕΣ» 2002
–
Στη μνήμη του Σήφη Οικονομίδη
Μια φωτογραφία ή και μια εικόνα γενικότερα ξυπνά μέσα σου συναισθήματα και αισθήσεις που μπορεί να ‘ναι βαθιά κρυμμένα. Μπορεί να σε κάνει να σκεφτείς, να θυμηθείς ή αισθανθείς, ν’ αναπολήσεις, να παγώσεις, να θυμώσεις, να ζεσταθείς, να νιώσεις τελικά.
Όταν ο Θανάσης Νιάρχος μου ζήτησε να γράψω ένα κείμενο, μου μίλησε για την ιδέα του με τις φωτογραφίες των ποδοσφαιριστών. Μου έδειξε το συγκεκριμένο σύμπλεγμα των τριών παικτών της ΑΕΚ και αφού δέχτηκα να γράψω αν και ζωγράφος, που δεν έχει άμεση σχέση με το γραπτό λόγο, το πρώτο που σκέφτηκα ήταν ότι πολύ πιθανόν να ήμουν στο γήπεδο εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα και να είχα αντικρίσει «ζωντανά» αυτή τη σκηνή. Εννοείται ότι είμαι φανατικός οπαδός της ΑΕΚ. Είναι ένα πάθος αυτό. Και βέβαια ξεκινά από πολύ παλιά.
Ο πατέρας μου ήταν πρόσφυγας από την Κωνσταντινούπολη. Ήρθε το 1927 στον Πειραιά και ήταν από την αρχή κοντά στην ΑΕΚ (Αθλητική Ένωσις Κωνσταντινουπόλεως), που μόλις λίγα χρόνια πριν (1924) είχε ιδρυθεί. Το τι σήμαινε η ΑΕΚ γι’ αυτούς τους ανθρώπους, τους ξεριζωμένους, είναι νομίζω περιττό ν’ αναλύσω. Ήταν η ελπίδα τους, το αποκούμπι τους, όλη τους η ζωή τελικά εκείνα τα προπολεμικά χρόνια.
Έτσι από μικρό παιδάκι μ’ έπαιρνε μαζί του στο γήπεδο. Θα ήμουν πέντε χρόνων όταν πρωτοπάτησα στο στάδιο της Νέας Φιλαδέλφειας. Γι’ αυτό και τώρα που πέθανε, του «έδωσα να πάρει μαζί» του και ένα έμβλημα με το δικέφαλο αετό. Και να σκεφτεί κανείς ότι γεννήθηκα στο Νέο Φάληρο, δίπλα στο τότε ποδηλατοδρόμιο του Καραϊσκάκη και φωλιά του «μισητού» Ολυμπιακού.
Οι πρώτες μου λοιπόν αναμνήσεις από το ποδόσφαιρο, ως την εφηβεία, που έγινε συνειδητή επιλογή, ήταν η γλυκιά προσμονή της Κυριακής. Όλη τη βδομάδα σχολείο και από το Σάββατο το απόγευμα άρχιζε η αναμονή… Ήταν κάτι, μαζί με την εκκλησία και το μεσημεριανό οικογενειακό τραπέζι, με το ψητό, που σηματοδοτούσε τη μέρα αυτή.
Η τελετουργία της Κυριακής.
Και ήταν και ένα μικρό οδοιπορικό με τα λεωφορεία της εποχής ν’ αγκομαχούν, στριμωγμένοι, στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες. Αλλά αυτό διόλου με ένοιαζε. Και φτάναμε στο «ναό». Εκεί άρχιζε η «παράσταση». Κόσμος πολύς, φωνές, όχι βρισιές όπως σήμερα, συνωστισμός, γυναικόπαιδα. Χωρίς πολλά χρώματα, με τα γκρίζα κοστούμια του ’50. Χωρίς οργανωμένους οπαδούς, μόνο φιλάθλους ! Ήταν ένα πανηγύρι, μια γιορτή. Και αν ερχόταν και η νίκη, ακόμη καλύτερη γινόταν η γιορτή.
Αυτά τα ρομαντικά και γραφικά ως την εφηβεία μου, εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’60. Μετά αρχίζει ένας ιδιότυπος, αν και πάλι ρομαντικός, «χουλιγκανισμός». Οργανωμένοι πια οπαδοί στη θύρα 21, εκεί όπου καθόμασταν στο πέταλο του Σταδίου της Νέας Φιλαδέλφειας. Πάντα όρθιοι βέβαια. Να φωνάζουμε, να τραγουδάμε. Τότε εμφανίστηκαν και τα πρώτα κιτρινόμαυρα κασκόλ, σκουφιά και άλλα. Πήγαινα χωριστά πια από τον πατέρα, με φίλους, ώρες πριν αρχίσει ο αγώνας έξω και γύρω από το γήπεδο. Σχεδόν όλη η Κυριακή ήταν «κλεισμένη», από το πρωί ως το βράδυ. Συζητήσεις, διαφωνίες, κραυγές. Και αϋπνία το βράδυ, αν τύχαινε και χάναμε, από τη στενοχώρια της ήττας και το φόβο της καζούρας τη Δευτέρα στο σχολείο από τους πράσινους και τους κόκκινους.
Θυμούμαι να ‘χω γυρίσει την Ελλάδα, από τα κοντινά Μέγαρα και την Πάτρα, ως τη Θεσσαλονίκη (Τούμπα, Χαριλάου) και τις Σέρρες, τη Δράμα και αλλού. Και το αποκορύφωμα: θα ‘ταν το 1969 ή 1970, όταν η ΑΕΚ πήρε το Πρωτάθλημα. Στο τελευταίο παιχνίδι μπήκαμε, πηδώντας τα κάγκελα, στον αγωνιστικό χώρο και πανηγυρίσαμε μαζί με τους παίκτες, ινδάλματα, μύθους της εποχής, τον Μίμη Παπαϊωάννου, τον Καραφέσκο, τον Πομώνη και άλλους. Μετά με τα πόδια από τη Νέα Φιλαδέλφεια ως την Ομόνοια και μέσα στα νερά του σιντριβανιού. Ίσως κάπου να ‘χω φυλάξει κομμάτια από τα δίχτυα που κόψαμε…
Σήμερα στο ποδόσφαιρο τα πράγματα έχουν αγριέψει, όπως έχει αγριέψει όλη η κοινωνία μας. Πώς θα μπορούσε να ‘ναι αλλιώς; Επαγγελματισμός, ΠΑΕ, χρήματα πολλά. Όλα για το χρήμα. Συγκρούσεις οπαδών με άγριες διαθέσεις. Παντός τύπου σεξουαλικά συνθήματα. Πάει, χάθηκε το συναίσθημα και η «φανέλα» για την οποία «μάτωναν» και ίδρωναν οι ποδοσφαιριστές, και κατ’ επέκταση κι εμείς οι φίλαθλοι. Με τον Στέλιο Μανωλά να ‘ναι ο τελευταίος ρομαντικός ποδοσφαιριστής.
Βέβαια εγώ νιώθω ότι εμείς οι ΑΕΚτζήδες παραμένουμε ακόμη λιγάκι συναισθηματικοί, γι’ αυτό και οι ακραίες αντιδράσεις τότε και τώρα με τον Μπάγιεβιτς. Ίσως να ‘ναι οι μνήμες της προσφυγιάς, η αίσθηση του αδικημένου, ποιος ξέρει;
Αλλά θα μου πείτε, τι είναι αυτό που κάνει σε μια άγρια, ανταγωνιστική κοινωνία, με κυνικό επαγγελματισμό, το άθλημα να είναι τόσο δημοφιλές; Πιστεύω ότι το ποδόσφαιρο θεωρείται και είναι ο βασιλιάς των σπορ σε όλο τον κόσμο, γιατί είναι συναρπαστικό, απρόβλεπτο, δυνατό, αντρικό, έντονο να το παρακολουθείς. Εμένα προσωπικά με εκστασιάζει να βλέπω τα παιδάκια να παίζουν μπάλα σε πλατείες και αλάνες, όπου υπάρχουν πια, μέχρι και να παρακολουθώ το Μουντιάλ στην τηλεόραση. Έχει δε μεγάλη διαφορά να το βλέπεις από το να ζεις το παιχνίδι μέσα στο γήπεδο, που εξελίσσεται η μάχη σώμα με σώμα, ακούγεται το «γκουπ» της κλοτσιάς και να νιώθεις τις αναπνοές και τις φωνές των παικτών στις διεκδικήσεις τους.
Και για να βάλω τέλος, όπως λέει και ο Μάνος Ελευθερίου, σ’ αυτό τον προπολεμικό φυματικό μου μονόλογο των αναμνήσεων, ας σταθώ λίγο και στη συγκεκριμένη φωτογραφία. Είναι η στιγμή της ηδονής της νίκης, του πανηγυρισμού μετά το γκολ, της ολοκλήρωσης της φάσης, το σφιχταγκάλιασμα. Η εικόνα που παρουσιάζεται σε κάθε γκολ. Και που όλο το γήπεδο, όρθιο και αγκαλιασμένο, εκδηλώνεται με τον ίδιο τρόπο. Άγνωστοι άνθρωποι μεταξύ τους εκείνη τη δεδομένη στιγμή γίνονται ένα κουβάρι, αγκαλιάζονται, ενώνουν τη χαρά τους. Εκτονώνουν την ένταση, κορυφώνουν το πάθος τους.
Προσέξτε τα μάτια του Βασίλη Τσάρτα, την ένταση, το βλέμμα του. Μου θυμίζει λέαινα περήφανη που, προστατεύοντας τα παιδιά της, κοιτά ταυτόχρονα προς το βάθος περιμένοντας τον επόμενο εχθρό ή στόχο… Τα τεντωμένα ρουθούνια του βγάζουν όλη την εσωτερική ένταση του αγώνα. Οι φλέβες στα χέρια τους, οι μύες τους φουσκωμένοι. Τα χωμένα στην αγκαλιά του κεφαλιά του Αργεντινού Ρουίζ και του Ντέμη ζητούν τη στοργή, την προστασία του. Και αυτός την παρέχει μ’ αυτό το βλέμμα κυρίως.
Τελευταία έζησα μια ανάλογη εμπειρία, όπου όλη η ομάδα και ο τερματοφύλακας έτρεξαν στο κέντρο του γηπέδου και έπεσαν ο ένας πάνω στον άλλον. Έγιναν όλοι ένα σώμα, Ένα κουβάρι σώματα… (Πάντα είχα την απορία πώς ζει και αναπνέει αυτός που είναι κάτω…).
–
Νίκος Οικονομίδης
“Μόνο για άντρες”, Επιμέλεια Θ. Θ. Νιάρχος, εκδ. Καστανιώτης, 2002.
Όσα κείμενα είναι απο το βιβλίο “Μόνο για άντρες” αναφέρονται σε συγκεκριμένες φωτογραφίες που δεν δημοσιεύονται εδώ.
Πρόλογος στο βιβλίο «ΚΙΤΡΙΝΟ ΚΑΙ ΜΑΥΡΟ – Α.Ε.Κ.» 2010
–
Η Α.Ε.Κ. στη Ζωγραφική μου
Η ιδέα της δημιουργίας έργων ζωγραφικής με θέμα την ομάδα της Α.Ε.Κ. ξεκίνησε αρκετά χρόνια πριν. ΄Ηδη από το 1990 «έβαζα» την Α.Ε.Κ. είτε ως κίτρινο χρώμα, είτε χρησιμοποιώντας σύμβολά της σε έργα μου με διαφορετικό θέμα και ύφος. Το πρώτο κατεξοχήν έργο με θέμα την Α.Ε.Κ. έγινε το 1993, στα «χρυσά χρόνια» της Α.Ε.Κ. του Μπάγιεβιτς. ΄Υστερα πέρασε ο καιρός, εργαζόμουν πάνω σε άλλα θέματα και εκθέσεις αλλά ταυτόχρονα μάζευα υλικό και έφτιαχνα προσχέδια για έργα με την ομάδα της Α.Ε.Κ. Το 2007 οι ιδέες και τα προσχέδια πήραν «σάρκα και οστά» και άρχισαν να γίνονται τα πρώτα έργα σε λάδια, που έμεναν όμως στο αρχικό τους στάδιο.
Το 2009 και 2010 νιώθοντας ότι θα πάει καλύτερα η Α.Ε.Κ. σαν ομάδα μετά τα τόσα προβλήματα και περιπέτειές της…. αισθάνθηκα την ανάγκη να παρουσιάσω τα έργα αυτά σε μια έκθεση.
΄Ωσπου έγινε η πρόταση από την γκαλερί ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΩΝ για τον Δεκέμβρη του 2010.
Η ιδέα ήταν να υπάρχουν στα έργα ποδοσφαιριστές της Α.Ε.Κ., κύρια της τελευταίας 30ετίας, τα πανηγύρια τους μετά τα γκολ, σε φάσεις κάποιου φανταστικού ή και πραγματικού αγώνα. Περιτριγυρισμένοι από τους φιλάθλους της Α.Ε.Κ. στις εξέδρες του γηπέδου της Νέας Φιλαδέλφειας. Τα σύμβολα της Α.Ε.Κ. με κυρίαρχο παντού τον Δικέφαλο Αετό, προσαρμοσμένα βέβαια στο δικό μου ζωγραφικό ύφος.
Δεν ξέρω αν πέτυχα τον στόχο μου… Προσπάθησα πάντως. Ο χρόνος θα δείξει. Αυτό που ξέρω, είναι ότι το χάρηκα πολύ. Η όλη διαδικασία ήταν για μένα μια ευχαρίστηση δημιουργική.
Ευχαριστώ από καρδιάς τον Γιώργο Μαρκόπουλο, τον αγαπημένο μου φίλο, τον ποιητή, τον ΑΕΚτζή, που τόσο βοήθησε, την Λήδα για την παρότρυνσή της να πραγματοποιηθεί αυτή η έκθεση και την υπομονή της, τον Κυριάκο Χήνα για την αγάπη του και το αληθινό του ενδιαφέρον.
Επίσης ευχαριστώ θερμά τον Σωτήρη Κακίση για την πολύτιμη βοήθεια, την ΄Ολγα, τον Γιάννη, την Ραλλού, τον Λευτέρη Καρτέρη για την συμβολή τους στην πραγματοποίηση της έκθεσης και του βιβλίου και βεβαίως όλους όσους ανταποκρίθηκαν παρά την δύσκολη καθημερινότητα και τις υποχρεώσεις τους στην δημιουργία αυτού του βιβλίου. Την ΠΑΕ ΑΕΚ για την υποστήριξή της.
Τον φίλο μου Βασίλη Καστόρη, τον Γιώργο, τον Ηλία, τον Σταύρο, τον Νίκο, την παρέα μου στο γήπεδο.
Και βέβαια στην μνήμη του πατέρα μου Σήφη Ν. Οικονομίδη, που με «πήγε» στην Α.Ε.Κ. μικρό παιδάκι, με έμαθε τί σημαίνει Α.Ε.Κ.,με έκανε να την αγαπήσω τόσο πολύ.
–
Ν.ΟΙ. ΝΟΕ/10
Κείμενο που διαβάστηκε σε εκδήλωση… – 2010
–
«ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΣΤΑ ΟΡΙΑ…»
…Κάτω απ’ένα ολόγιομο φεγγάρι
άνδρες και γυναίκες συμπλέουν και συμπλέκονται…
..Κάπου αλλού, σ’ένα καλοκαιρινό τοπίο,
δύο γυναίκες περιμένουν τον ίδιο άντρα,
που ξεκουράζεται, κοιμάται ή είναι ήδη νεκρός…
…Άνθρωποι στα όριά τους…
΄Ανθρωποι σε αδιέξοδα – στην ακινησία τους.
΄Ανθρωποι μονάχοι και μοναχικοί, που ψάχνουν και ψάχνονται.
Καθημερινοί άνθρωποι, διπλανοί μας, κουρασμένοι.
Πιεσμένοι και καταπιεσμένοι, θυμωμένοι, οργισμένοι και σπάνια
χαρούμενοι…
Παρατηρώ λοιπόν ανθρώπους, ξεκινώντας από τον εαυτό μου, τους φίλους μου τους δικούς μου, τους γύρω μου, τον κόσμο όλο και προσπαθώ μέσω των έργων μου να αφηγηθώ κάποιες από τις ιστορίες τους, να «καταγράψω», ζωγραφίζοντας την ζωή τους, όπως εγώ νομίζω ότι είναι.
Αυτή είναι η δική μου εκδοχή.
Και μου αρέσει πολύ όταν κάποιος αναγνωρίζει δικά του πράγματα στα έργα μου ή περιγράφει την δική του ιστορία, εντελώς αλλιώτικη απ’ότι έχω εγώ σκεφτεί… Αυτή είναι εξάλλου και η γοητεία της τέχνης!!
Ταυτόχρονα «συναντιέμαι» και με την ποίηση και την «χρησιμοποιώ», υποβοηθώντας με τίτλους και στίχους τα έργα μου, άλλοτε στηρίζοντάς τα, άλλοτε σαρκάζοντάς τα ή αποδομώντας τα. Νιώθω ότι αυτό άλλους τους βοηθά, άλλους όμως τους απομακρύνει ή και τους εκνευρίζει…Εμένα όμως κι αυτό το «παιχνίδι» μ’ αρέσει. Γιατί στους ποιητές βρίσκω κομμάτια που νιώθω ότι είναι βγαλμένα μέσα από τα έργα μου.
Στο τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω την Βάσω Οικονομοπούλου και τον Γιάννη Εμίρη για την ενασχόλησή τους με το έργο μου, την Γκαλερί Χρυσόθεμις δηλ. την Λήδα Παναγιωτοπούλου για την οργάνωση αυτής της εκδήλωσης, μα κυρίως και ιδιαιτέρως όλους εσάς που ήρθατε εδώ σήμερα. ΄Ηταν πραγματικά μεγάλη τιμή για μένα. Ευχαριστώ πολύ.
–
Ν. ΟΙ. 22 Απριλίου 2010
Πρόλογος στο βιβλίο «ΣΤΙΧΟΙ ΣΤΟ ΚΑΒΑΛΕΤΟ» 2012
–
ΣΤΙΧΟΙ ΣΤΟ ΚΑΒΑΛΕΤΟ
«Μια προσωπική διαδρομή με λέξεις, σχήματα και χρώματα»
(…σαν ημερολόγιο)
1999-2000
Ξεκινά να με συνεπαίρνει μια σκέψη:
– Να ζωγραφίσω ποιήματα.
Λίγο νωρίτερα έχω χρησιμοποιήσει ποιήματα και πεζά κείμενα σε καταλόγους-βιβλία που συνόδευαν τις εκθέσεις και τα έργα μου. Τότε είναι που συναντώ προσωπικά τον Γιάννη Κοντό, με αφορμή ένα ποίημά του «Ο αθλητής του τίποτα» και μέσω εκείνου γνωρίζω τους περισσότερους ποιητές στους οποίους αναφέρομαι σε τούτο το βιβλίο.
Επίσης, λίγο πιο πριν, το καλοκαίρι του ’96, είχα αρχίσει αρκετά προσχέδια έργων από ποιήματα ποιητών όπως ο Οδ. Ελύτης, ο Ν. Καββαδίας, ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος και άλλοι…
Εκεί βλέπω και πάλι την κοινή «γλώσσα» ποίησης και ζωγραφικής, τον κοινό ρυθμό, την κοινή δομή τους.
Και πιο πριν ακόμη, από τις αρχές του 199 0, δικές μου ποιητικές απόπειρες τις ζωγραφίζω βάζοντας στίχους και λέξεις στα έργα. Έτσι έχω μια σειρά από μπλοκ με έργα (τέμπερες, ακουαρέλλες, λαδοπαστέλ και άλλα υλικά) που αποτελούν μια προεργασία αυτού του βιβλίου.
Αρχίζει λοιπόν να διαγράφεται μια ζωγραφική ποιότητα έργων με κάποια ποίηση, μια ποίηση ζωγραφισμένη, μια ζωγραφική ποιητική…
2002
Η ιδέα αυτή αρχίζει να περνά από την άϋλη σκέψη στην ύλη, στο χαρτί, να παίρνει «σάρκα και οστά».
Καλοκαίρι στο Πόρτο Ράφτη.
Αρχίζω να ξεχωρίζω τους ποιητές με τους οποίους θέλω να ασχοληθώ.
Έχω ήδη συναντήσει τον Θανάση, τον Αντώνη και τον Γιάννη τον Βαρβέρη.
Γνώριζα τον Μάνο και τον Στάθη.
Στη συνέχεια γνωρίζω τον Γιώργο, τον Στρατή και τον Νίκο.
Αποφασίζω ότι αυτοί θα είναι οι 9 «ποιητές μου».
Βγαίνουμε έξω μαζί, συζητάμε, γνωριζόμαστε καλύτερα.
Διαβάζω τις συλλογές τους, με συνεπαίρνουν, διαλέγω κάποια ποιήματα με πολλή προσοχή και υπομονή – αυτά που με «αγγίζουν» περισσότερο, μου «μιλάνε». Μου αρέσει αυτή η μορφή του λόγου, με τις λίγες λέξεις – το μικρό κείμενο – που «λέει όμως πολλά». Λέξεις που στέκονται η μια δίπλα στην άλλη και διηγούνται μιαν ιστορία – μικρή – πυκνή – μεστή σε έννοιες, κόπους και υπαρξιακές αγωνίες…
Προχωρώ σε κάποιες μικρές απόπειρες προσχεδίων. «Βλέπω» καμπύλες και ευθείες στα ποιήματα – χρωματικούς τόνους, πολλούς σε μπλε (το χρώμα μου) – κάποια έντονα κόκκινα – μωβ και λιλά – άσπρα και μαύρα. Ξεκινώ κάθε προσχέδιο από τα σχήματα.
«Δομώ» το ποίημα με φόρμες – σχήματα – γραμμές που καθορίζουν τον ζωγραφικό χώρο, τα όριά του, την επιφάνεια του χαρτιού μου.
Αργή και βασανιστική αυτή η διαδικασία. Παράλληλα σε άλλα έργα δοκιμάζω μια αυτόματη γραφή – ένα παρορμητικό σχέδιο – γρήγορο αποτέλεσμα σε πρώτη φάση, που το δουλεύω, όμως, μετά πολύ.
Αναρωτιόμουν τί θα είναι αυτά τα σχέδια; Οι κυβιστικές «αναμνήσεις» μου; Θα έχουν γεωμετρικές μορφές; Λιτές και καθαρές φόρμες; Ή κατακερματισμένες;
2003-2004
Την άνοιξη στο Χαλάνδρι και το καλοκαίρι (ειδικά εκείνο του 2004 με τους Ολυμπιακούς Αγώνες – που τόσο μας «ανέβασαν» ως έθνος, με τα ποσά που δανειστήκαμε για να γίνουν και να… «χαθούν» μέσα στις ουσίες των ντοπαρισμένων αθλητών… τότε που η Αθήνα ήταν αποκλεισμένη…) εγώ δούλευα στο εργαστήρι του Πόρτο Ράφτη και άρχιζα πια τα έργα…
Ξεχωρίζω συλλογές – και ξεκινώ με εννέα ποιήματα – ένα από κάθε ποιητή – τις τρεις πρώτες σειρές έργων:
Α – «τα όρθια» |
Β – «του Πόρτο» | όλα σε ακουαρέλλα
Γ – «τα πλάγια» |
Βλέπω πως το μυαλό μου – η διάθεσή μου – η διαίσθησή μου – το χέρι μου τελικά θέλει να «βάλει» τάξη σ’ αυτό το «χάος» των διαφορετικών ποιημάτων.
Εννέα ποιητές – ένας ζωγράφος.
Μεγάλο το στοίχημα.
Εν τω μεταξύ, ξεκινώ και μιλώ πολύ για αυτά με τους ποιητές, τους εξηγώ τί κάνω και πώς…
Είναι θετικοί, με «σπρώχνουν» να συνεχίσω, να προχωρήσω το όλο εγχείρημα.
Κουβεντιάζουμε το τί θέλω και ένθερμα μου φανερώνουν τις σκέψεις τους.
Ρωτώ και απαντούν, σημειώνω… κανονικές συνεντεύξεις δηλαδή…
Έρχονται οι πιο πολλοί στο εργαστήριό μου – ποζάρουν για πορτραίτα τους.
Πάω στα σπίτια τους, γνωρίζω και σχεδιάζω τον χώρο τους, τον ποιητικό, το δικό τους «εργαστήρι» της ποίησης
– το γραφείο τους.
Κάνω πολλά σχέδια.
«Αναγνωρίζω» αρκετά νέα χαρακτηριστικά τους, που δεν «φαίνονται» στα ποιήματά τους.
Πώς λ.χ. ο Μάνος Ελευθερίου είναι «περιχαρακωμένος» – τα «επίπεδά» του- τα σύμβολα – τα «αντικείμενά» του.
Ή πώς ο Γιάννης Βαρβέρης είναι πιο αποσπασματικός – διηγείται ιστορίες – είναι μωβ…
Ή ο Γιώργος Μαρκόπουλος είναι πιο αφηγηματικός – περιγράφει έργα και αγωνίες ανθρώπων.
Πώς στον Γιάννη Κοντό είναι πιο ελεύθερος ο χώρος – πολύχρωμος – φτιάχνει ποιήματα με πολλές καμπύλες.
Προκύπτει έτσι μια «συνομιλία» ποιήματος και ζωγραφιάς.
«Βλέπω» λ.χ. τους κομματιασμένους – κυβιστικούς στίχους του Νίκου Δαββέτα και τα κίτρινά του.
Τα μπλεγμένα κορμιά του Θανάση Νιάρχου και τις ανακατεμένες, λιτές φόρμες του.
Τα πολυδιασπασμένα σχήματα του Στάθη Κουτσούνη – την γεωμετρική του αφήγηση – τον σκοτεινό του λόγο.
Ή τέλος τις «προσεκτικές» λέξεις – τις μαύρες, του Αντώνη Φωστιέρη, την «αφαιρετική» του περιήγηση, την υπαρξιακή του αγωνία.
Και τις δυσνόητες – πολλές φορές – «κατακερματισμένες» έννοιες του Στρατή Πασχάλη, με τον χώρο του όμως να είναι «συγκεκριμένα αφηρημένος».
Και εδώ πολλαπλασιάζονται τα διλήμματα.
Θα είναι …ή δεν θα είναι εικονογράφηση; Θα είναι «απόδοση» ή εξήγηση του ποιήματος; Θα είναι μια εικαστική «αποτύπωσή» του;
ΤΙ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΙΚΑ;
Έχοντας λοιπόν ξεκινήσει τις τρεις πρώτες σειρές σε ίδιες διαστάσεις και ίδιο υλικό, χρησιμοποιώ αρκετά σύμβολα από τα ποιήματα. ΄Ισως πολύς συμβολισμός, δηλαδή «ατόφια» κομμάτια του ποιήματος προσαρμόζονται στην ζωγραφιά…
(Μια φίλη που τα είδε, μου είπε να αποφύγω την εικονογράφηση, τον πολύ ρεαλισμό, τα πολλά σύμβολα…)
Στο χρωματικό τώρα επίπεδο – πέρα από τις δικές μου «επιδιώξεις» , έχω συζητήσει μαζί τους και ξέρω ήδη τα αγαπημένα τους χρώματα. (Ο καθένας μού έχει πει για τον εαυτό του και για τους άλλους…..οι «συνεντεύξεις» που λέγαμε…)
Έτσι πολλά αλλάζουν, βελτιώνονται· νέα έργα δημιουργούνται, που καταργούν τα προηγούμενα.
Προσπάθησα να αφουγκραστώ, όσο αυτό ήταν δυνατόν, την ασυναίσθητη, αποσπασματική εικόνα, με υπομονή και επιμονή – να «φυλάξω», όσο γίνεται, την πρώτη «μυρωδιά» του ποιήματος – την οσμή της ποίησης στην επιφάνεια του χαρτιού μου….
Πολλές φορές τα πρόσωπα των ποιητών «εισέρχονται» στη ζωγραφιά και κύρια με το υλικό που βοηθά, την ακουαρέλλα.
Ταυτόχρονα τότε αρχίζω και τα πορτραίτα τους – αυτόνομα – με διάφορα υλικά και διαστάσεις… Πολλές απόπειρες…
Επίσης ξεκινώ άλλες τρεις νέες σειρές έργων:
Δ – τα μικρά, τα «αυθόρμητα», με γκουάς και μελάνη.
Ε – τα ανάμικτα, τα «σύνθετα» (δίπτυχα και τρίπτυχα) με τέμπερα.
ΣΤ – επίσης «μικρά», με σινική μελάνη.
Ενδιάμεσα αυτά τα χρόνια εργάζομαι και για άλλες εκθέσεις και θεματικές έργων:
– 2001 έκθεση στην Αγγλία, «29 χρόνια μετά» στο Μπρίστολ.
– 2002 για τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο.
– 2003 εκθέσεις με τοπία στον Πόρο και στο Αιτωλικό.
– 2004 η «μπλε σιωπή» στην «Χρυσόθεμι», στο Χαλάνδρι, που έχει πολλά ποιητικά στοιχεία που ενσωματώνονται στα έργα και προσωπογραφίες των Ν. Εγγονόπουλου, Βλ Μαγιακόφσκι, Ν. Καββαδία, Κ. Καρυωτάκη κλπ….
2005
Στις αρχές του χρόνου ξεκινώ κι άλλες σειρές έργων:
-Ζ τα «σκόρπια» – πιο σύνθετα και αφαιρετικά – μια μεγάλη σειρά – 20 έργων – (ενώ στις άλλες είναι μόνο με 9 έργα) με κολλάζ, σε μεγαλύτερες διαστάσεις, με όλα τα υλικά που έχω χρησιμοποιήσει μαζί (ακουαρέλλα,τέμπερα, κάρβουνα, χρωματιστά μολύβια, παστέλ, μελάνια, λαδοπαστέλ κλπ.)
– Η τα «επικεντρωμένα» – με ακουαρέλλα και χρωμ.μολύβια.
– Θ τα «δικά μου» – με γκουάς και παστέλ.
Και κύρια το καλοκαίρι στο Πόρτο Ράφτη (φαίνεται πως με εμπνέει η αύρα της θάλασσας…) στα ίδια χνάρια αλλά ξεφεύγοντας από τον συμβολισμό, βάζοντας πιο πολύ τις κυβιστικές μου «αναμνήσεις» και έχοντας σαν αφετηρία την αίσθηση που μου προκαλούν οι λέξεις, τα συναισθήματα του ποιήματος.
Βγαίνουν έτσι νέα έργα που μπορεί να μην έχουν άμεση σχέση σε πρώτη ανάγνωση με το ποίημα, μπορεί όμως να είναι μια αίσθηση που μου δίνει μια φράση, ένας στίχος, τρεις λέξεις του ποιήματος.
Ζούσα τους μύθους των ποιητών – έπαιρνα τις λέξεις που ήθελα από το ποίημα, τις έννοιες και τις μεταμόρφωνα σε σχήματα που εγγράφουν στον εγκέφαλο, την καρδιά και την ψυχή μου.
Μεγαλώνουν έτσι οι διαστάσεις των έργων, με πιο έντονο κυβισμό, αφαιρετικά, λιτά. Μια υπέρβαση του εαυτού μου, όσον αφορά την αφαιρετικότητα και με το χρώμα τώρα να παίζει πιο μεγάλο ρόλο απ’ ό,τι η φόρμα. Πληθαίνουν τα διαφορετικά υλικά που «οδηγούν» από μόνα τους τα έργα σε άλλους δρόμους. Η εικόνα ταυτίζεται με το υλικό της.
Τότε, στα μέσα του 2005, αρχίζω άλλες τρεις σειρές:
– Ι τα «ονειρικά» με μικτή τεχνική (γκουάς, λαδοπαστέλ,μελάνη)
– ΙΑ η «επανάληψη» (ακουαρέλλα, παστέλ, μελάνη)
– ΙΒ τα «κολλάζ» (γκουάς, μελάνη, παστέλ)
Κι εδώ το χρώμα ακολουθεί κυρίως τον ποιητή, τις λέξεις του,τις «επιθυμίες» του.
Πολλοί είναι που χρησιμοποιούν ονόματα χρωμάτων στα ποιήματά τους.
«Βλέπω» λοιπόν πολλά μωβ και γκρίζα στον Βαρβέρη.
Κίτρινα στον Δαββέτα.
Χρυσά και λιλά στον Ελευθερίου.
Κόκκινα στον Κοντό.
Μπλε και γκρίζα στον Κουτσούνη.
Πολλά γαλάζια και λευκά στον Μαρκόπουλο.
Πράσινα και μαύρα στον Νιάρχο.
Σκούρα μπλε στον Πασχάλη.
Μαύρα, κύρια, στον Φωστιέρη, αλλά και γκρίζα αρκετά.
Σχήματα, καμπύλες και ευθείες «παίζουν» το παιχνίδι της ποίησης.
Και ξαφνικά αλλάζουν τα πράγματα στην διαδικασία της ζωγραφικής εργασίας.
Η αγωνία κάνει φόρμες να «φεύγουν» – σκιές να «μπαίνουν» – γραμμές ν’αρχίζουν από αλλού
– χρώματα να «σβήνουν».
Γινόταν τελικά μια «πάλη».
Η ζωγραφική απαιτούσε την αυτονομία της από τους στίχους. Μεταμόρφωση των ποιημάτων σε εικαστικό αντικείμενο που προστίθεται στην κοινή εμπειρία των ανθρώπων.
Από προσωπικό γίνεται κοινωνικό – απαιτεί την επικοινωνία.
Η επιθυμία κάθε καλλιτέχνη.
Προς το τέλος της χρονιάς (2005) ολοκληρώνω τις πρώτες επτά σειρές.
Επίσης το 2006 τελειώνοντας άλλες τέσσερεις σειρές ( Η- Ι- ΙΑ- ΙΒ),αρχίζω την τελευταία ΙΓ με σινική μελάνη.
2007-2008
Kατ’ αρχήν εκθέσεις στην Αθήνα το 2007 στην Γκαλερί Χρυσόθεμις με τοπία από Άγιον Όρος – Ναύπλιο – Κωνσταντινούπολη.
Και τα «επι-τραπέζια» το 2008 (με αντικείμενα και τραπέζια) στην Αίθουσα Περι-τεχνών στην Αθήνα.
Για να «ξεφύγω» λίγο από την ποίηση. Αν και όλο με ακολουθεί. Στον κατάλογο της τελευταίας έκθεσης έχω αρκετά ποιήματα των «ποιητών μου».
Τελειώνω τότε και την ΙΓ σειρά της σινικής με λίγο χρώμα.
Νιώθω έντονα την περίοδο αυτή πως στην εποχή των υπολογιστών και της πληροφορικής που ζούμε, της εικονικής πραγματικότητας και της κατασκευασμένης από μηχανές εικόνας, το χειροποίητο ποίημα (χαρτί και μολύβι) ταιριάζει απόλυτα με την χειροποίητη ζωγραφική (χαρτί, μολύβι, χρώμα).
Πολλές μνήμες μού «βγήκαν» κατά τη διάρκεια όλης αυτής της διαδικασίας. Ποιήματα από το παρελθόν ήρθαν στο νου μου, όπως οι «Πυροτεχνουργοί» του Γιώργου Μαρκόπουλου που είχα πρωτοδιαβάσει το 1981 και μου είχαν αρέσει πολύ. Τώρα τα ξανανακαλύπτω, με άλλη ματιά πια…
Ή κάποιες παλιότερες συλλογές του Μάνου Ελευθερίου, επίσης από την δεκαετία του ’70 και ΄80.
Ή το ποίημα του Γιάννη Κοντού «Ο αθλητής του τίποτα» που ήταν και η αφορμή για όλο αυτό το εγχείρημα. Πού να ήξερα τότε, το 1997, όταν με είχε συνεπάρει…
Τέλη του 2008, μετά από πολλά διλήμματα, ολοκληρώνω και την τελευταία σειρά που απέμεινε – την Ζ – τα πιο σύνθετα και πιο περίπλοκα έργα.
Τέλος λοιπόν όλης αυτής της εικαστικής εργασίας και διαδικασίας…
2009-2010
Πάνω από 130 έργα συνολικά έχουν ολοκληρωθεί.
Κοιτώντάς τα τώρα, ή φωτογραφίζοντάς τα, σκέφτομαι πόσο με παίδεψαν κάποια.
Πολύ επίπονη εργασία…
Συνεχίζω με τις προσωπογραφίες των ποιητών. Αρχίζω τώρα σε μεγάλα τελάρα με λάδι.
Και από εδώ και πέρα ξεκινούν οι ανασφάλειες.
Περιμένω μήνες έτσι… τί;
– Να «καθίσουν μέσα μου».
– Να «ωριμάσουν».
Εν τω μεταξύ τα δείχνω στους ποιητές
– ένα μονταρισμένο από μένα «βιβλίο» – έχω την έγκριση απ’όλους.
Συνεχίζω τις εκθέσεις:
– στις Βρυξέλλες το 2009 – Gallery Theorema, με τίτλο «Συσχετισμοί».
– στο Χαλάνδρι – «Xρυσόθεμις» – το 2010, «Άνθρωποι στα όρια».
– στην Αθήνα το 2010 πάλι, Αίθουσα Περι-τεχνών, «Η ομάδα της Α.Ε.Κ.»
Και η αναμονή συνεχίζεται…..
2011
Και να, που το όλο εγχείρημα πραγματοποιείται τώρα, το φθινόπωρο του 2011, από τις εκδόσεις «ΤΕΧΝΗΣ ΟΙΣΤΡΟΣ», σε μιαν Ελλάδα που καταστρέφεται από την κοινωνική, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική κρίση…..Μιαν Ελλάδα που μας πληγώνει, μας οργίζει, μας θυμώνει καθημερινά και συνέχεια, μας ταπεινώνει. Δείχνει, η «επίσημη Ελλάδα»,οι εξουσίες των πολιτικών του δικομματισμού, να μην θέλει την τέχνη, να μας απορρίπτει. Ο πολιτισμός δεν τους ενδιαφέρει. Μια αντιπνευματική ηγεσία, που μας οδηγεί, με αργούς ρυθμούς, στην χρεωκοπία, για να βοηθήσει τις τράπεζες και τις «αγορές»…(τί άραγε να είναι αυτές οι εγκληματικές «αγορές», οι τοκογλύφοι, που κυβερνούν τον κόσμο όλο;…)
Ίσως Τ Ω Ρ Α όμως, σ’αυτές τις πολύ δύσκολες στιγμές,να έχουμε περισσότερο ανάγκη την Ποίηση, τον λόγο των Ποιητών, την Τέχνη.
Που και σε ανύποπτο χρόνο μας δείχνει την διέξοδο, μας απογειώνει τελικά…
Τελειώνοντας θέλω να ευχαριστήσω από καρδιάς:
Τη Λήδα Παναγιωτοπούλου για την συμπαράστασή της όλα αυτά τα χρόνια και για την θέρμη με την οποία «αγκάλιασε» την εργασία μου αυτή. Ήταν η πρώτη που τα έβλεπε και τα σχολίαζε βοηθητικά … Και βέβαια για το κείμενό της.
Τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη για την ολόθερμη ανταπόκρισή του και την συμμετοχή του με το πολύ ωραίο «διήγημά» του και την Ράνια Οικονομίδου για την υποστήριξή της.
Την φίλη, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, Τζίνα Καλογήρου για το τόσο ωραίο και σημαντικό κείμενό της, για την μελέτη που ουσιαστικά έκανε πάνω στα έργα και τα ποιήματα.
Την Ελίζα Κωνσταντίνου για την βοήθειά της.
Την Τζούλια Δημακοπούλου για την συμβολή της, κι’ας μην το γνωρίζει.
Τον Κώστα, την Νένη, τον Γιώργο Κωστόπουλο, για την πολύτιμη βοήθειά τους και την υπομονή τους.
Την Ειρήνη και την Αγγελική των εκδόσεων «Τέχνης Οίστρος». Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αυτή η έκδοση.
Και βέβαια και πάνω απ’όλους τους εννέα «ποιητές μου»:
τον Γιάννη Βαρβέρη, τον Νίκο Δαββέτα, τον Μάνο Ελευθερίου, τον Γιάννη Κοντό, τον Στάθη Κουτσούνη, τον Γιώργο Μαρκόπουλο, τον Θανάση Νιάρχο, τον Στρατή Πασχάλη και τον Αντώνη Φωστιέρη.
Ιδιαίτερα αφιερωμένο στην μνήμη του Γιάννη Βαρβέρη, που τόσο νωρίς μας άφησε.
Και στον οποίο οφείλεται και ο τίτλος του βιβλίου.
–
Ν. ΟΙ. Σεπτ. 2011
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το 2017, το καλοκαίρι καθώς σκεφτόμουν τι να κάνω την επόμενη χρονιά, συνειδητοποίησα ότι το 2018 είναι ένα έτος σταθμός για μένα. Ένα έτος σταθμός γιατί συμπληρώνονται 30 χρόνια από την πρώτη μου ατομική έκθεση το 1988 στην γκαλερί ΧΡΥΣΟΘΕΜΙΣ, στο Χαλάνδρι.
Έτσι μου ήρθε η ιδέα για μια έκθεση στην ίδια γκαλερί, που είναι τώρα υπό νέα διεύθυνση και σε άλλη μεγαλύτερη αίθουσα, μια επετειακή έκθεση, με έργα που δεν έχω δείξει ποτέ, τα τελευταία 30 χρόνια.
Στην πορεία είδα ότι είναι και μια άλλη επέτειος. 50 χρόνια από τον Μάρτιο του 1968 όταν έφτιαξα το πρώτο μου έργο και πήρα την απόφαση πως ήθελα να γίνω ζωγράφος.
50-30 δηλαδή όπως και ο τίτλος τη έκδοσης αυτής. Την ίδια πορεία με την σκέψη περί έκθεσης είχα και για το βιβλίο αυτό. Στην αρχή έναν κατάλογο με τα έργα των 30 ετών αλλά κατέληξα σε μια μεγαλύτερη έκδοση με πολλά έργα που δεν είχα δείξει ποτέ. Την περίοδο στο εργαστήρι του Γ. Βογιατζή, των σπουδών μου στην Αγγλία, πρώτα στο Μπρίστολ και μετά στο Λονδίνο και τελικά όλη την κατοπινή περίοδο μέχρι σήμερα (με μια διακοπή 8 χρόνων -1974-1982).
Και να που βγήκε αυτό το βιβλίο με πάνω από 330 έργα από ένα σύνολο 5.875 που έχω δημιουργήσει τα 50 αυτά χρόνια. Έργα καταγεγραμμένα όλα 1 προς 1 από την αρχή.
Και πέρασαν κιόλας 30 χρόνια και ίσως πιο πολλά πριν το 1988 που πήγαινα στην «Χρυσόθεμις» και γνώρισα την Ζωή Ψαρρού και εκτός από καλοί συνεργάτες, γίναμε και φίλοι, τι φίλοι δηλαδή, μια ευρύτερη οικογένεια όπως συνηθίζουμε να λέμε.
Και να που το έφερε έτσι η ζωή (με μικρό ζ) να συνεχίζει την λειτουργία της Γκαλερί η Λήδα Παναγιωτοπούλου από το 2010 και να είναι τώρα εκείνη που οργανώνουμε μαζί αυτήν την επετειακή έκθεση (αφού το 2018 είναι ένα ορόσημο και για μας, 40 χρόνια μαζί) 1968-1978-1988 λοιπόν….
Και «έρχεται» και ο Γιώργος Μαρκόπουλος, ο φίλος, ο ποιητής, ο αγαπημένος, που με τιμά με το καταπληκτικό κείμενό του, προστίθεται στην παρέα μας και συμπληρώνει με τα ποιητικά του, γλυκά και μεστά λόγια αυτό το βιβλίο.
Και βέβαια τέλος να θυμηθούμε και να τιμήσουμε όλοι μαζί τους αγαπημένους μας φίλους, που «έφυγαν» πρόσφατα τον Γιάννη Βαρβέρη, τον Γιάννη Κοντό, τον Κώστα Μουρσελά και τον Τάκη Κοντογιάννη, τον γιατρό και σύντροφο….
(από το βιβλίο 50/30)
1968-1971
Όλα ξεκίνησαν το 1967, όταν στα 14α γενέθλιά μου η ξαδέλφη μου Ρίτα Οικονομίδου μου χάρισε ένα βιβλίο για τον Vincent Van Gogh.
Αυτό ήταν!
Εντυπωσιάστηκα τόσο πολύ από τα έργα και την ζωή αυτού του ανθρώπου, ώστε άρχισα αμέσως να ζωγραφίζω έργα του, με πρώτο τα «4 δέντρα» που τέλειωσα τον Μάρτιο του ΄68, και υπάρχει σε αυτό το βιβλίο.
Αποφάσισα δε, ενώ μέχρι τότε δεν είχα καμμιά σχέση με σχέδιο ή ζωγραφική, ότι θα γίνω ζωγράφος. Το ανακοίνωσα στους γονείς μου.
Ο πατέρας μου μάλλον στενοχωρήθηκε, γιατί με προετοίμαζε να γίνω έμπορος σαν κι εκείνον και να αναλάβω την δουλειά του. Έτσι ενώ μέχρι την Γ’ Γυμνασίου ήμουν μάλλον καλούτσικος μαθητής, άρχισα μετά να «πέφτω», στο τσακ πέρασα την Δ’ και Ε’, γιατί μόνο η ζωγραφική με απασχολούσε, και στην ΣΤ’ έμεινα μετεξεταστέος σε πολλά μαθήματα (τότε η εισαγωγή στην ΑΣΚΤ δεν απαιτούσε απολυτήριο Γυμνασίου). Ζωγράφιζα συνέχεια λοιπόν, ώσπου πήγα στο εργαστήριο τού Γιώργου Βογιατζή και έμαθα σχέδιο και χρώμα και πολλά άλλα, γνώρισα και καλούς φίλους (με κάποιους από αυτούς κρατώ ακόμη φιλικές σχέσεις, όπως π.χ. ο Γιώργος Νικολαΐδης).
Έδωσα εξετάσεις το 1971 στην ΑΣΚΤ, δεν πέρασα, οπότε και λόγω χούντας και ασφυκτικού περιβάλλοντος, αποφασίζω να φύγω στο εξωτερικό.
Δουλειά λίγους μήνες σε κεραμικά στο Θησείο, για να πληρώσω την εγγύηση του στρατού και φεύγω…..
(από το βιβλίο 50/30)
1972-74 Τα χρόνια της Αγγλίας
Μισός αιώνας ζωγραφικής δεν είναι και λίγο πράγμα.
Με τα σκαμπανεβάσματά τους, τις χαρές, τις λύπες, τα εμπόδια, τις επιτυχίες και τα μπράβο και συγχαρητήρια, την αποχή για κάποιο χρονικό διάστημα λόγω άλλων γεγονότων, τα όνειρα και τις ψευδαισθήσεις, τις επαληθεύσεις και τις απογοητεύσεις.
Αλλά σταθερά με την αγάπη για την ζωγραφική και την διαρκή διάθεση για εργασία.
Αυτά τα δυο άλλωστε είναι ότι χρειάζεται η τέχνη, αλλά και όποιο άλλο επάγγελμα για να εξασκείται καλά και ευχάριστα. Δεν γνωρίζω τι ακριβώς είναι ταλέντο, έμπνευση κλπ… Ξέρω ότι αν αγαπάς αυτό που κάνεις και δουλεύεις σκληρά τότε θα πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου και θα ζεις ευχαριστημένος.
Τα χρόνια αυτά των σπουδών στην Αγγλία τα θεωρώ από τα καλύτερα της ζωής μου.
Πρώτα στο Μπρίστολ, στο Filton Technical College, όπου εκεί, έμαθα πολλά, είχα καλούς δασκάλους (Mervin Payne, Pat Farrell και άλλοι).
Επισκέφθηκα πολλά μουσεία με επηρέασε ο κυβισμός, ο Πικάσο (που ζούσε τότε, ως το 1973) και ο Μπρακ και πολλοί μετακυβιστές, των χρόνων 1910-1930.
Εργαζόμουνα εντατικά και ακατάπαυστα εκεί και στο Κολλέγιο σαν σπουδές και στο δωμάτιό μου δικά μου έργα. Και μετά στο Λονδίνο, στο Slade School of Fine Arts.
Υ.Γ. Φεύγοντας από Μπρίστολ άφησα κάποια έργα εκεί μεγάλα σε ξύλο. 20 χρόνια μετά πήγα και τα βρήκα, χάρις στον μετέπειτα φίλο μου Des Baker, και τα έφερα στην Ελλάδα. Και με την βοήθεια του Des, το 2001 έκανα έκθεση εκεί.
(από το βιβλίο 50/30)
1983-87 Ζωγραφική ξανά – τα χρόνια πριν την πρώτη έκθεση
50 χρόνια ζωγραφικής – σχεδόν συνεχούς εικαστικής δραστηριότητας – εκτός κάποιων ετών μεταξύ 1974 και 1982, όπου με είχε συνεπάρει η μεταπολίτευση και η πολιτική δράση τότε.
Ασχολήθηκα σε διάφορες δουλειές, κεραμικά, βιβλιοπωλείο και άλλα.
Βέβαια έπαιξε ρόλο και το μεγάλο διάστημα της θητείας στο Ναυτικό – 32 μήνες-όπου εκεί ζωγράφιζα θυρεούς, πλοία πολεμικά και υποβρύχια για να …παίρνω άδεια!
Έτσι δεν υπάρχουν έργα αυτής της περιόδου.
Αλλά η ζωγραφική «ήρθε» και με «ξαναβρήκε» με σφοδρότητα το 1983.
Και από τότε δεν την άφησα ξανά…
Τα 5 αυτά χρόνια πριν την πρώτη έκθεση είναι χρόνια γεμάτα ζωγραφική και παραγωγή πολλών και ποικίλων έργων, δουλεύοντας με όλα τα υλικά και όλα τα θέματα (τοπία, αντικείμενα, εσωτερικά, ανθρώπινη
φιγούρα, προσωπογραφίες).
Προετοίμαζα έτσι το τοπίο, μελετώντας ξανά και ξανά για να καταλήξω στη θεματική της πρώτης έκθεσης….
(από το βιβλίο 50/30)
1988-1998
…. «μεγάλοι Δάσκαλοι της ζωγραφικής, Έλληνες και ξένοι και κύρια οι κυβιστές με έχουν επηρεάσει σημαντικά. Ξέρω όμως ότι βρίσκομαι ακόμη στην αρχή και έχω πολύ δρόμο μπροστά μου.»
Αυτά έγραφα στην πρώτη ατομική μου έκθεση το 1988 στην γκαλερί Χρυσόθεμις.
Από τότε κύλησαν 30 ολόκληρα χρόνια. Πολλά συνέβησαν στον κόσμο και σε μένα.
Ανακατατάξεις, συνθέσεις, αναβολές, επαναλήψεις, ,σκόρπιες χαρές και λύπες.
Εκθέσεις με πολλά θέματα όπως τοπία αστικά και τοπία πόλης, στημένες νεκρές φύσεις, αντικείμενα καθημερινά και εσωτερικά του εργαστηρίου μου με πολύ φως και χρώμα, ήλιο και σκιές. Φως και σκοτάδι.
Κυβιστές και μετακυβιστές ζωγράφοι από την περίοδο του 1910 και 1920 στην Γαλλία, με επηρέασαν έντονα. Δεν με ενδιέφερε η εποχή της αφαίρεσης, της εννοιολογικής, του δήθεν…Ήθελα κάτι πιο χειροπιαστό, έντονο , αλλά αληθινό.
Έστω και χθεσινό. Και το βρήκα στον ρεαλισμό και τον κυβισμό.
Ενάντια στα σύγχρονα ρεύματα, ποτέ με τους πολλούς. Μια πορεία μοναχική.
Που ξεκινά το 1988 ,με 5 εκθέσεις στα πρώτα 11 χρόνια, με πολλή ένταση και δουλειά. Θέλει δρόμο ακόμη και πολλές δυνάμεις.
(από το βιβλίο 50/30)
1999-2008
Και ξεκινώ από το 1999 να ασχολούμαι με τους ανθρώπους.
Τους ανθρώπους που μέχρι τότε απουσίαζαν απ’ τα έργα μου.
Τους ανθρώπους με τα όνειρά τους, τις αδυναμίες τους, με τον μικρόκοσμό τους και τους σεισμούς τους, τα όχι και τα ναι τους, τις αναβλητικότητές τους, την ζωή τους γενικώς. Με έργα έντονα επηρεασμένα από κυβισμό, αλλά ένα δικό μου κυβισμό, με αφαίρεση αλλά και ρεαλισμό, με ένταση και σουρεαλισμό.
8 εκθέσεις σε μια δεκαετία, με 5 καταλόγους με έργα από τις εκθέσεις αυτές.
Αλλά και περιόδους με πιο «ήρεμα» έργα, όπως η σειρά «Μπλε Σιωπή» ή και τα ρεαλιστικά τοπία από μέρη ελληνικά και ξένα.
Μια ενότητα επίσης με τραπέζια και τι υπάρχει πάνω τους, λείπει πάλι ο άνθρωπος αλλά έντονη είναι η «παρουσία» του.
Και προετοιμάζω την εργασία με την ποίηση.
Ζωγραφική με αφορμή ποιήματα σύγχρονων Ελλήνων ποιητών, γνωστών ή και λιγότερο γνωστών. Και βέβαια πολλά πορτραίτα των ποιητών και φίλων συγγραφέων.
Για να βγει σε λίγο το βιβλίο της δεκαετίας για μένα «ΣΤΙΧΟΙ στο ΚΑΒΑΛΕΤΟ».
Υ.Γ. και έκθεση στην Αγγλία, στο Μπρίστολ, 29 χρόνια μετά…
(από το βιβλίο 50/30)
2009-2018
Και φτάνουμε στο τέλος αυτής της περιήγησης.
Η 22η έκθεση έρχεται τον Μάρτιο του 2018. Και είναι και επετειακή.
Χρυσόθεμις 1988-2018, 30 χρόνια μετά.
Στην τελευταία αυτή δεκαετία μετράω 8 εκθέσεις σε Ελλάδα και Βέλγιο (3 στις Βρυξέλλες στην γκαλερί Theorema της Κλεοπάτρας Λιακοπούλου).
Εκθέσεις με «ανθρώπους στα όρια», με έργα για την αγαπημένη μου «Ομάδα της Α.Ε.Κ.» και βέβαια εκδίδεται, από τις εκδόσεις «Τέχνης Οίστρος» της οικογένειας Κωστόπουλου, το βιβλίο-λεύκωμα «ΣΤΙΧΟΙ στο ΚΑΒΑΛΕΤΟ» μετά από μια δεκαετία εργασιών.
Τελικά 5875 έργα δεν τα λες και λίγα. Απαιτούν καθημερινή επίπονη και επίμονη δουλειά με κανονικό ωράριο και διευρυμένο πολλές φορές.
Και μέρες όπου δεν έχεις και ιδιαίτερη όρεξη, πάλι είναι ανάγκη να βρίσκεσαι στο εργαστήρι σου. Έστω κι αν κοιτάς το ταβάνι. Είσαι όμως στον χώρο σου, ανάμεσα στα έργα σου.
Στην έκθεση που θα πραγματοποιηθεί (τον Μάρτιο του 2018) παράλληλα με αυτή την έκδοση,θα παρουσιαστούν μια σειρά από έργα που δεν έχω δείξει ποτέ.
Έργα που δημιουργήθηκαν κατά διαστήματα είτε στα πλαίσια μιας ενότητας, είτε μεμονωμένων και τα πιο πολλά τα έχω φυλάξει για μένα, στο σπίτι μου και κανείς ως τώρα δεν τα έχει δει…
(από το βιβλίο 50/30)
ΝΙΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Γεννήθηκε το 1953 στον Πειραιά. Σπούδασε ζωγραφική στο εργαστήρι του Γιώργου Βογιατζή και στην Αγγλία (Μπρίστολ – Filton Tech. College και Λονδίνο Slade School of Fine Arts). Έχει πραγματοποιήσει, μέχρι τώρα, 22 ατομικές εκθέσεις και πολλές ομαδικές σε Ελλάδα, Κύπρο, Αγγλία και Βέλγιο. Έχει εκδώσει 4 βιβλία:
1) ΚΙΤΡΙΝΟ και ΜΑΥΡΟ
2) ΣΤΙΧΟΙ στο ΚΑΒΑΛΕΤΟ
3) Τα ΤΡΑΠΕΖΙΑ που ΜΙΛΟΥΝ
4) 50 / 30